Η Τζέην Έυρ (1847) της Σαρλοτ Μπροντέ αποτελεί αγαπημένο ανάγνωσμα των απανταχού ρομαντικών κοριτσιών μικρών και μεγάλων. Είναι όμως έργο ρομαντικό; Δηλαδή ανήκει στο Ρομαντικό κίνημα που επικράτησε στην Ευρώπη στις αρχές του 19ου αιώνα; Θα προσπαθήσω να εντάξω την αγαπημένη "Τζέην Έυρ" στο ιστορικό και λογοτεχνικό πλαίσιο στο οποίο ανήκει και να τη δω με κριτική ματιά.
Τον 18ο αιώνα, τον Αιώνα των Φώτων ανέρχονται οικονομικά οι αστοί. Οι πόλεις μεγαλώνουν, καθώς εκεί υπάρχουν δουλειές. Η άνοδος της επιστήμης εξαιτίας της διαφορετικής θεώρησης του Διαφωτισμού, οδηγεί την έξοδο της σκέψης από τον Ορθολογισμό. Ο Εμπειρισμός βασίζει τη γνώση στην παρατήρηση και την κριτική σκέψη . Ο διάλογος των στοχαστών συνδράμει την πίστη στην ελευθερία, την προσωπική ευτυχία, τη δύναμη της θέλησής και την αναζήτηση της αλήθειας. Τα μυθιστορήματα προοδευτικά διαδίδονται με κύριους πρωταγωνιστές αστούς, που ταξιδεύουν (ταξιδιωτικά), διαπαιδαγωγούνται (διάπλασης) και αφηγούνται τις ζωές τους (βιογραφικό) . Οι κοινωνικές ανησυχίες, τα ταξίδια, η καθημερινή οικογενειακή ζωή αποκτά υπόσταση. Οι αστοί πρωταγωνιστές επιβιώνουν σε αντίξοες συνθήκες, διατηρώντας τις ηθικές και κοινωνικές αξίες τους. Η ικανότητα των αστών να αναπαράγουν ευνοϊκές συνθήκες ζωής, αντανακλά πίστη στις ικανότητες τους αλλά και κριτική στους Ευρωπαίους μονάρχες . Ο Βολταίρος εισάγει το φιλοσοφικό παραμύθι, που με φαντασία και άποψη φιλοσοφική, προειδοποιεί για τον φανατισμό και τον πόλεμο που ενδεχομένως θα ακολουθήσει την ύφεση του κλασικού ιδεώδους του Διαφωτισμού.
Στο δεύτερο μισό του 18ου αι. εκδηλώνεται στροφή προς την ευαισθησία και το συναίσθημα. Η κοινωνικότητα των ανθρώπων εμφανίζεται στο επιστολικό μυθιστόρημα και η στροφή προς την ανάλυση του «εγώ» εκφράζεται στο ελεγειακό μυθιστόρημα και την αυτοβιογραφία. Στις "Εξομολογήσεις" του Ρουσσώ, αναδεικνύονται τα συναισθήματα της ονειροπόλησης ως μέσα έκφρασης .
Στο προρομαντικό κίνημα «Θύελλα και Ορμή», η φύση αποτελεί την ανώτερη δύναμη ενάντια στην κοινωνία και οι νέοι λογοτέχνες πρεσβεύουν την αυθόρμητη και ελεύθερη έκφραση των ιδεών χωρίς τα δεσμά της κλασικής λογοτεχνίας. Επιπλέον, ο επαναστατικός δυναμισμός του, εκφράζει θυμό ενάντια στα πολιτικοκοινωνικά δεσμά μέσω του αστικού δράματος και του μυθιστορήματος. Τα "πάθη του νεαρού Βέρθερου" του Γκαίτε μεταφράζονται σε πολλές γλώσσες και επηρεάζουν τους νέους πριν την Γαλλική Επανάσταση. Η στροφή του Γκαίτε προς το νεοκλασικισμό αποδυναμώνει το κίνημα «Θύελλα και Ορμή» .
Η Γαλλική Επανάσταση υποκινείται από αστούς και δημιουργεί ελπίδες, σε διανοούμενους και κατώτερα στρώματα, που οραματίζονται να κυβερνήσουν μια κοινωνία των Εθνών. Η γαλλική εμπειρία απογοητεύει την Ευρώπη. Το επαναστατικό κίνημα του Ρομαντισμού δημιουργείται ως αντίδραση στο Διαφωτισμό και τον κλασικισμό και ανησυχεί την ανερχόμενη αστική τάξη .
Αν ο Διαφωτισμός είναι η ενηλικίωση του ανθρώπινου πνεύματος , ο ρομαντισμός αποτελεί τη νοσταλγία της παιδικότητας. Αναβιώνουν θέματα του Μεσαίωνα και της ιστορίας (έρωτας, αυτοθυσία για ιδανικά, θάνατος και λυρική έκφραση του «εγώ»), ενώ η Φύση συνδέει το εγώ με το υπερπέραν. Στην έκφραση κυριαρχούν η φαντασία και ονειρικές καταστάσεις σε απροσδιόριστο χρόνο, με μια διάχυτη μελαγχολία. Η ταυτόχρονη έκφραση των πεσιμιστικών στοιχείων του Ρομαντισμού ονομάστηκε «αρρώστια του αιώνα» με εκφραστές τους Νοβάλις και Σατωμπριάν . Το μυθιστόρημα εμπλουτίζεται με ρομαντικά στοιχεία. Στην Αγγλία εμφανίζεται το ιστορικό μυθιστόρημα . Στη Γαλλία ο Ουγκώ με την «Παναγία των Παρισίων» απευθύνει ένα «υπόγειο» κατηγορώ στην εποχή του , ενώ τριάντα χρόνια αργότερα στους «Άθλιους» , με ρεαλιστική ματιά, συμπεριλαμβάνονται τα περισσότερα είδη μυθιστορήματος και παρουσιάζονται κοινωνικά προβλήματα σε σκοτεινό φόντο . Τα μυστηριώδη μέρη κεντρίζουν τη φαντασία και αναδεικνύουν το εξωτικό μυθιστόρημα και το παραμύθι, αναβιώνοντας παλαιούς θρύλους και ταξίδια. Τα γοτθικά μυθιστορήματα προκαλούν φόβο οδηγώντας στην εξιλέωση .
Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα τα ρομαντικά θέματα εμφανίζουν κορεσμό και οι συγγραφείς εξέρχονται από την ονειροπόλησή (π.χ. το "Κόκκινο και Μαύρο" του Σταντάλ ). Αν ο Ρομαντισμός εξέφραζε τα όνειρα των αστών πριν επικρατήσουν, ο Ρεαλισμός παρουσιάζει την εποχή της κυριαρχίας τους. Οι αστοί αποδυναμώνουν τη μοναρχία και συμμετέχουν στη διακυβέρνηση των κρατών, ιδίως μετά το 1848 . Ο Ρεαλισμός αντανακλά την άποψη του συγγραφέα για τα τρέχοντα κοινωνικά φαινόμενα. Αμφισβητεί την ελλιπή κοινωνική ματιά του ρομαντισμού και παρουσιάζει την εξαθλίωση, που έφερε η αστική τάξη. Οι πρωταγωνιστές των έργων είναι αστοί κι εργάτες, που επιδιώκουν την κοινωνικοικονομική τους ανέλιξη. Η αναπαράσταση της καθημερινότητας έχει πλέον χρονική συνοχή. Το παρελθόν εγκαταλείπεται και όλα συμβαίνουν στο «τώρα» των πόλεων που ασφυκτιούν υπό τον καπνό των φουγάρων της Βιομηχανικής Επανάστασης. Στη ζωή της αστικής τάξης κυριαρχεί ο νόμος της επιβίωσης του ισχυρότερου, όπως έλεγε ο Δαρβίνος .
Στη Γαλλία, ο Μπαλζάκ στην "Ανθρώπινη Κωμωδία" εισάγει το Ρεαλισμό στην πεζογραφία . Στην εκβιομηχανιζόμενη Αγγλία κυριαρχεί ο δημοφιλέστατος Ντίκενς , ενώ γυναίκες συγγραφείς διεκδικούν μερίδιο αναγνώρισης, προβάλλοντας τη θηλυκή ματιά (Τζ.Ώστην, Σ.Μπροντέ, κ.α.) . Η Ρωσία ακολουθεί κυρίως με τους Ντοστογιέφσκι και Τολστόι.
Η Τζέην στο "Τζέην Ευρ" της Σαρλότ Μπροντέ, πατάει γερά στη γη και αγωνίζεται για μια «…προοπτική ομαλής σταδιοδρομίας…» που θα βασίζεται στη μόρφωση και σε «…ένα νου...ισορροπημένο...» . Ανοίγει «…το παράθυρο για να μπει καθαρός αέρας…» και αντικρίζει τη «…βελούδινη χλόη…» και «…το πλατύ σαν άλσος λιβάδι…» .Η Μπροντέ με πρωτοπρόσωπη γραφή, βάζει την ηρωίδα της να διηγείται τη ζωή της, απευθυνόμενη σε τόνο εξομολογητικό, στον κριτή αναγνώστη. Ακολουθώντας χρονολογική σειρά στη διήγηση, το ύφος έχει μια φαινομενική αληθοφάνεια γιατί όπως αναφέρει η ίδια: «…Εγώ λέω απλά την αλήθεια…» .Πιστεύει πως οι «…άνθρωποι έχουν ανάγκη από δράση…» και οι γυναίκες «…έχουν ανάγκη να εξασκούν τις ικανότητες τους… ». «…Κανείς δεν ξέρει πόσες εξεγέρσεις εκτός από τις πολιτικές ζυμώνονται καθημερινά στις μάζες ζωής, στις οποίες ζουν οι άνθρωποι…». Η Τζέην ζει στη κοινωνία της εποχής της. Οι διάλογοι κυριαρχούν στο κείμενο και οι περιγραφές φύσης, ανθρώπων, κτιρίων και αντικειμένων είναι εξονυχιστικές και ρεαλιστικές. Θεωρεί μεγάλο προσόν την παρατηρητικότητα και απορεί με τους ανθρώπους που «…δείχνουν εντελώς ανίκανοι…να περιγράψουν εξέχοντα γνωρίσματα, ανθρώπων ή πραγμάτων…» .
Το κείμενο της Μπροντέ διατηρεί όλα τα βασικά χαρακτηριστικά του Ρεαλισμού. Ο σεβασμός στον αστικό τρόπο ζωής και η επιδίωξη κοινωνικής αποδοχής, διαμέσου της δράσης των πρωταγωνιστών, κυριαρχεί στο κείμενο. Οι συχνοί διάλογοι και η αληθοφανής περιγραφή πραγματικών χώρων και τοπίων, τείνουν περισσότερο προς αυτή την κατεύθυνση. Οι χώροι αποκτούν τη δική τους ταυτότητα μέσα στο κείμενο και μετατρέπονται σε πρωταγωνιστές του περιβάλλοντος. Τα όνειρα δεν έχουν θέση στο ρεαλιστικό τρόπο, με τον οποίο θέλει να βλέπει τη ζωή της η Τζέην αλλά και να κινείται μέσα σ’ αυτήν.
Η οικογενειακή ζωή είναι κάτι άγνωστο για τη Τζέην. Βρίσκεται «…αποκομμένη από κάθε συγγενή ή γνωστό…» και ξεκινά το ταξίδι της κοινωνικής της ανέλιξης δισταχτικά αλλά αποφασιστικά, έχοντας την εμφάνιση και την ηθική πουριτανού «...Κουακέρου…» .Αξιοποιεί τα προτερήματα της και προσπαθεί να τα βελτιώσει αποζητώντας «…περισσότερες εμπειρίες…» από όσες διαθέτει. Η συγκατοίκηση της με άτομα της ίδιας κοινωνικής θέσης, την ικανοποιεί και την κάνει να νοιώθει «…περισσότερο ελεύθερη…». Ο άγνωστος αλλά «…άψογος…» και «…λίγο ιδιόρρυθμος…» κοσμογυρισμένος κύριος Ρότσεστερ προκαλεί την περιέργεια και την ανησυχία της γιατί όπως λέει και η ίδια:«…μια φορά στη ζωή μου έζησα με κομψούς ανθρώπους και ήμουν δυστυχισμένη…». Αποσκοπώντας στην ευτυχία και την πνευματική ολοκλήρωση ξεκινά τον αγώνα της βασιζόμενη στην ευφυΐα και την προσαρμοστικότητά της.
Η Τζέην όμως, βλέποντας πανοραμικά τη ζωή της, περιγράφει τις φάσεις της ενηλικίωσης και ολοκλήρωσής της, σαν μια «…καινούρια σκηνή σ’ ένα θεατρικό έργο…» . Η Τζέην έχει προσδοκίες. Επιθυμεί μια «…όραση ικανή να υπερβεί τα όρια…» της κοινωνικής της θέσης και να βρεθεί στον «…πολύβουο κόσμο, στις πόλεις, στις γεμάτες ζωή περιοχές…» και ποθεί να συναναστραφεί «…περισσότερους ανθρώπους που να μου μοιάζουν…» με τις ίδιες ανησυχίες. Η Μπροντέ, δημιουργώντας την Τζέην, μαζί με τις κοινωνικές ανησυχίες της μεταδίδει και τη ματιά του Ρομαντισμού. Έτσι η Τζέην, μαζί με τα πράσινα λιβάδια, που περιστοιχίζουν το Θόρνφηλντ, βλέπει και την «…αποικία των κορακιών…» που κατοικεί στη σκεπή του. Τα κοράκια και το απόκοσμό γέλιο στους εσωτερικούς χώρους, που «…ήταν ότι πιο τραγικό…υπερφυσικό…» είχε ακούσει, την κάνει να φαντάζεται «…θρύλους…ιστορίες, σχετικά με φαντάσματα…». Η φύση και οι γύρω χώροι, δημιουργούν στο μυαλό της φανταστικές εικόνες από γοτθικούς πύργους «…κάποιου Κυανοπώγωνα…». Καταστέλλει αυτές τις παρεκτροπές χρησιμοποιώντας τη λογική της, για να μην επηρεάσουν τη κρίση της. «…Η ανησυχία όμως ήταν στη φύση…» της και όταν αναστατώνεται «…σε βαθμό οδύνης…» το τρίτο πάτωμα του Θόρνφηλντ, ο «…ναός της μνήμης…» του παρελθόντος είναι το ησυχαστήριο της.
Η Τζέην, παρόλες τις αντιξοότητες, επιδιώκει την προσωπική της ολοκλήρωσή. Αντικρίζοντας την πραγματικότητά της Ρεαλιστικής εποχής που βιώνει, με τις κοινωνικές ανησυχίες και εξεγέρσεις των αστών, αναζητά την ολοκλήρωσή της στον κοινωνικό περίγυρο. Δεν ξεφεύγει όμως εντελώς από την οπτική του Ρομαντισμού και προσπαθεί να συμβιβάσει τους δύο κόσμους.
(τα αποσπάσματα κειμένου της "Τζέην Ευρ" αντλήθηκαν από το βιβλίο της Σαρλότ Μπροντέ , "Τζέην ΄Ευρ", μτφρ., Δημήτρης Κίκιζας, (απόσπασμα) σσ.123-145 εκδ. Σμίλη, Αθήνα 1997.)