Σάββατο 18 Μαρτίου 2017

"εάν αυτό είναι ο Άνθρωπος" του Primo Levi (απόσπασμα)



" Στη ζωή όλοι ανακαλύπτουν – αργά ή γρήγορα – ότι η απόλυτη ευτυχία είναι ανέφικτη, αλλά λίγοι θα εμβαθύνουν στο αντίθετο συλλογισμό: ότι ανέφικτη είναι και η απόλυτη δυστυχία. Οι περιστάσεις της ζωής που αποκλείουν την πραγματοποίηση και των δυο αυτών οριακών καταστάσεων, απορρέουν από την ανθρώπινη φύση, φύση εχθρική προς την έννοια του απείρου. Τις αποκλείει η σταθερή άγνοια του μέλλοντος που άλλοτε ονομάζεται ελπίδα και άλλοτε αβεβαιότητα για το αύριο. Τις αποκλείει η βεβαιότητα του θανάτου που βάζει τέλος σε κάθε χαρά αλλά και σε κάθε θλίψη. Τις αποκλείουν οι αναπόφευκτες υλικές φροντίδες που όπως δηλητηριάζουν τη διαρκή ευτυχία, με τον ίδιο τρόπο μας αποσπούν αδιάκοπα από τη σκέψη της δυστυχίας που μας απειλεί, καθιστώντας την αποσπασματική και γι’ αυτό υποφερτή. Οι στερήσεις, το κρύο, η δίψα, τα χτυπήματα ήταν ακριβώς αυτά που δεν μας άφησαν να βουλιάξουμε στο κενό της απέραντης απελπισίας, στη διάρκεια του ταξιδιού και μετά. Όχι ακριβώς η επιθυμία μας να ζήσουμε ούτε η συνειδητή εγκαρτέρηση: γιατί οι άνθρωποι που είναι ικανοί γι’ αυτό είναι λίγοι και εξαιρετικοί, κι εμείς δεν ήμασταν παρά κοινοί άνθρωποι» (σελ. 18-19)

("εάν αυτό είναι ο Άνθρωπος" του Primo Levi- απόσπασμα)



Ο Πρίμο Λέβι (Primo Michele Levi) (1919-1987) ήταν Ιταλοεβραίος συγγραφέας και ποιητής.
Συνελήφθη στα τέλη του 1943 στη βόρεια Ιταλία από τη φασιστική αστυνομία και φυλακίστηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς μέχρι τον Ιανουάριο του 1945. Τις εμπειρίες του από τη ζωή στο Άουσβιτς τις κατέγραψε στο δημοφιλέστερο έργο του, το Εάν αυτό είναι ο άνθρωπος (Se questo è un uomo), που εκδόθηκε το 1947.

 για περισσότερες πληροφορίες δείτε εδώ:   https://pandoxeio.com/2014/07/10/levi/



Έριχ Μαρία Ρεμάρκ...ο συγγραφέας του "Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο"...

   

Έριχ Μαρία Ρεμάρκ ( Erich Maria Remarque)
 ο συγγραφέας του "Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο"... 
Τραγική η ζωή του ...ακριβώς όπως οι ήρωες του, που χωρίς να μπορούν να επιλέξουν, βρέθηκαν στη δίνη γεγονότων και πόλεμων και έπρεπε να τα βγάλουν πέρα με όποιο τρόπο μπορούσαν.
Το 1916 (στα 18 του) στρατεύτηκε, όπως και άλλοι συνομήλικοί του και πολέμησε στο Δυτικό Μέτωπο. «Είμαστε δεκαοχτώ χρονών κι αρχίσαμε ν' αγαπάμε τον κόσμο και τη ζωή. Και να που έπρεπε να πυροβολούμε», γράφει ο ίδιος. 
Το "Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο" κυκλοφόρησε το 1929 μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες, διαβάστηκε από εκατομμύρια ανθρώπους κι έγινε δυο φορές κινηματογραφική ταινία: Η πρώτη το 1930 από τον Λούις Μάιλστοουν απέσπασε Οσκαρ καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας, η δεύτερη το 1979 από τον Ντέλμπερτ Μαν κέρδισε Χρυσή Σφαίρα καλύτερης παραγωγής.
Όταν προβλήθηκε στο Βερολίνο αντιμετωπίστηκε ως εχθρός της πατρίδας του. Ομάδες της χιτλερικής νεολαίας είχαν ορμήσει τότε στην αίθουσα όπου παιζόταν το έργο κραυγάζοντας «Γερμανία, ξύπνα!». Η ταινία απαγορεύτηκε και αυτός αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του το 1931, δύο χρόνια προτού ο Χίτλερ ανεβεί στην εξουσία. 
Το 1933 οι Ναζί απαγόρευσαν και έκαψαν τα βιβλία του.
Το 1943 η αδελφή του, που είχε παραμείνει στην Γερμανία, συνελήφθη, καταδικάστηκε ως ηττοπαθής και αποκεφαλίστηκε. Αφού περιπλανήθηκε στην Ευρώπη και στην Αμερική, ο Ρεμάρκ κατέληξε να ζει ανάμεσα στη Ρώμη και στο Πόρτο Ρόνκο, γράφοντας μυθιστορήματα αλλά και σενάρια για τον κινηματογράφο. Πέθανε 25 Σεπτεμβρίου του 1970.

Παραθέτω κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο....
<< Είμαι νέος, μόλις έκλεισα τα 20, από τη ζωή δεν ξέρω παρά μόνο την απελπισία, το θάνατο, το φόβο και μια αλυσίδα από ανόητες επιπολαιότητες, πάνω από μια άβυσσο πόνων και θλίψεων. Βλέπω τους λαούς να ορμούν σε άλλους λαούς, να σκοτώνουν και να σκοτώνονται, χωρίς ούτε κι εκείνοι να ξέρουν το γιατί, υπακούοντας σ΄αυτούς που τους στέλνουν, χωρίς συναίσθηση του κινδύνου ή της ευθύνης τους. Βλέπω πως οι δυναμικότεροι εγκέφαλοι του κόσμου εφευρίσκουν όπλα για να γίνονται όλ' αυτά μ' έναν τρόπο ακόμα πιο ραφιναρισμένο και να διαρκούν όσο γίνεται περισσότερο. Κι όλοι οι συνομήλικοί μου εδώ, στην αντικρυνή παράταξη, σ' ολόκληρο τον κόσμο το βλέπουν όπως εγώ. Αυτή είναι η ζωή της γενιάς μου και η δική μας. Τι θα κάνουν άραγε οι πατεράδες μας αν μια μέρα σηκωθούμε και παρουσιαστούν μπροστά τους για να τους ζητήσουμε λογαριασμό; Τι περιμένουν από μας όταν μια μέρα τελειώσει ο πόλεμος; Τι περιμένουν από μας όταν μια μέρα τελειώσει ο πόλεμος; Χρόνια ολόκληρα σκοτώναμε μόνο. Αυτό ήταν το πρώτο μας επάγγελμα στη ζωή. Για μας η επιστήμη της ζωής περιορίζεται στο θάνατο. Τι θα συμβεί ύστερα; Και τι θ' απογίνουμε εμείς; [...]
Έχουμε χάσει κάθε αίσθημα ανθρωπισμού και αλληλεγγύης. Μόλις κατορθώνουμε να αναγνωρίσει ο ένας τον άλλο, όταν η εικόνα του ενός πέσει μπροστά στα μάτια μας, που είναι μάτια κυνηγημένου ζώου. Είμαστε αναίσθητοι νεκροί, οι οποίοι με ένα στρατήγημα ή κάποια επικίνδυνη μαγεία γινήκαμε και πάλι ικανοί να τρέχουμε και να σκοτώνουμε […]>>